lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ποικίλλω στα σλοβενική

Λέξη:
ποικίλλω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-σλοβενική
Μεταφράσεις (2):
spremeniti, zamenjati
Σχετικές λέξεις:
σλοβενική ποικίλλω, ποικίλλω συνώνυμα, ποικίλλω συνωνυμο, ποικίλλω κλίση, ποικίλλω ετυμολογία, ποικίλλω αόριστος, ποικίλλω στα σλοβενική, spremeniti στα ελληνικά
ποικίλλω στα σλοβενική