lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παράγω στα φινλανδικά

Λέξη:
παράγω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (8):
tehdä, laatia, latoa, luoda, muodostaa, perustaa, sepustaa, valmistaa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά παράγω, παράγω συνώνυμα, παράγω προστακτική, παράγω παραγάγω, παράγω παράξω, παράγω κλίση, παράγω στα φινλανδικά, tehdä στα ελληνικά
παράγω στα φινλανδικά